Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011

Η Πόλη πάνω στον βάλτο

Ένας φίλος μου έπιασε δουλειά σε ένα μπαρ και εκεί γνώρισε ένα παλικάρι από την Ρωσία. Κανονίσαμε να βγούμε και οι τρεις για καφέ να τα πούμε, να επεκτείνω και εγώ τις δημόσιες σχέσεις μου. Εκεί που συζητούσαμε λοιπόν περί ανέμων και υδάτων το γυρίσαμε στο παραφυσικό. Και τότε ο Όλεγκ μας διηγήθηκε μια προσωπική του εμπειρία. Ήταν 14 ετών και έμενε στην πόλη Σ... η οποία όπως μας είπε είναι κτισμένη πάνω σε ένα βάλτο.

Ένας τοπικός θρύλος λέει ότι πριν κτιστεί σε αυτό το περίεργο σημείο η συγκεκριμένη πόλη ήταν κτισμένο εκεί ένα χωριό το οποίο κατάπιε ο βάλτος (φαντάζεστε ανήσυχες ψυχούλες που θα είναι εκεί γύρω ε;). Ένα βράδυ ενώ ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι του και περίμενε να τον πάρει ο ύπνος άκουσε ένα νιαούρισμα. Συνέχισε να ακούει το νιαούρισμα για κανά δεκάλεπτο και ξαφνικά ένα μεγάλο άσπρο χέρι πέρασε από πάνω του και μετά χάθηκε (Είναι λίγο δύσκολο να το εξηγήσω από εδώ. Στην καφετέρια ο Όλεγκ μας περιέγραψε με τα χέρια του πως ακριβώς πέρασε το χέρι από πάνω του). Αυτός όπως είναι φυσικό κατατρόμαξε και κουκουλώθηκε στα σκεπάσματα. Δεν το είπε σε κανέναν γιατί φοβήθηκε μήπως τον περάσουν για τρελό. Μετά από μια βδομάδα άκουσε πάλι το νιαούρισμα και δύο χέρια τον έπιασαν από τα πόδια και προσπαθούσαν να τον ρίξουν κάτω από το κρεβάτι. Προσπάθησαν για κανά λεπτό χωρίς αποτέλεσμα και μετά όπως εμφανίστηκαν εξαφανίστηκαν. Ο φίλος μας λοιπόν την άλλη μέρα αποφάσισε να το πει στην μητέρα του.

Προς μεγάλη του έκπληξη η μητέρα του τον πίστεψε και του είπε να πάνε σε μία γριά εκεί κοντά που λέγεται ότι είναι μάγισσα και μπορεί να κάνει ξόρκια για να μην σε πλησιάζουν φαντάσματα. Στον δρόμο για το σπίτι της γριάς η μητέρα του τού είπε ακόμα ότι και η ίδια όταν ήταν πιο νέα είχε μια παρόμοια εμπειρία και με το που πήγε στην γριά δεν ξαναείδε τίποτα. Όταν φτάσανε η γριά του είπε να πάνε σε ένα δωμάτιο. Στο δωμάτιο υπήρχαν δύο κρεβάτια παράλληλα στους τοίχους, μία καρέκλα ανάμεσα σε αυτά και μια άλλη καρέκλα κοντά στην πόρτα του δωματίου. Ο Όλεγκ έκατσε στην καρέκλα που βρισκόταν ανάμεσα στα κρεβάτια και η γριά στην άλλη. Του είπε ό,τι και να δει, όσο περίεργο και αν του φανεί να μείνει ακίνητος και αμίλητος. Αφού μουρμούρισε κάτι ακαταλαβίστικα άρχισαν να πέφτουν σοβάδες και τούβλα από τους τοίχους πάνω στα κρεβάτια. Του είπε ότι είναι έτοιμος και φύγανε. Από τότε δεν έχει ξαναδεί τίποτα περίεργο.

Πηγή:http://www.xrisima.gr

Ετικέτες

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα