Τοποθεσία: Γραφικό χωριό της Βορείου Ελλάδας και συγκεκριμένα Μακεδονίας.
Σκηνικό: Υπάρχει ο θρύλος ότι εμφανίζεται κάποιος δαίμονας σε παρέες.
Μια παρέα δύο ατόμων λοιπόν, δεν δίνει σημασία και μια νύχτα με αεράκι οι δυο φίλοι ξεκινάνε για μια βόλτα με το αυτοκίνητο ενώ διακωμωδούν τον εν λόγω θρύλο λέγοντας για γεροντίστικες μαλακίες. Περνάνε από το εν λόγω σημείο ώρα λίγο μετά τη 1. Ξαφνικά ο οδηγός θέλοντας να κάνει πλάκα στο φίλο του,του λέει ότι πίσω τους έχει εμφανιστεί ο δαίμονας και με σοβαρό και έντρομο ύφος, του λέει ότι δεν πρέπει να γυρίσει να δει. Όπως ήταν φυσικό,ο φίλος του γυρνάει,κοιτάει, βγάζει μια κραυγή και γυρνάει μπροστά του χωρίς να ξαναμιλήσει. Ο οδηγός τώρα,ενώ νόμιζε ότι ο φίλος του απλά συνεχίζει την πλάκα μετά από ένα σημείο αρχίζει και ανησυχεί. όταν σιγουρεύεται ότι ο φίλος του δεν του κάνει πλάκα και ότι δεν πρόκειται να του μιλήσει,αποφασίζει να κοιτάξει με τον καθρέφτη στις πίσω θέσεις (όπως έλεγε και ο θρύλος ότι εμφανιζόταν) και με τρόμο αντικρίζει δύο φλεγόμενα κόκκινα μάτια να τον κοιτάζουν.Με μεγάλη ταραχή,καταφέρνει να οδηγήσει το αυτοκίνητό του στο εκκλησάκι του χωριού,στου οποίου το προαύλιο παραμένει μέχρι το πρωί μέσα στο αυτοκίνητό του με την παρέα του αποσβολωμένου φίλου του και τα δυο φλεγόμενα μάτια. Το πρωί που εξαφανίστηκαν τα μάτια και ήρθαν οι παπάδες,μπήκε μέσα στην εκκλησία και έμεινε για ώρες εκεί ενώ ο φίλος του δεν ξαναμίλησε ποτέ και δεν αντιδρά στο περιβάλλον.
Σκηνικό: Υπάρχει ο θρύλος ότι εμφανίζεται κάποιος δαίμονας σε παρέες.
Μια παρέα δύο ατόμων λοιπόν, δεν δίνει σημασία και μια νύχτα με αεράκι οι δυο φίλοι ξεκινάνε για μια βόλτα με το αυτοκίνητο ενώ διακωμωδούν τον εν λόγω θρύλο λέγοντας για γεροντίστικες μαλακίες. Περνάνε από το εν λόγω σημείο ώρα λίγο μετά τη 1. Ξαφνικά ο οδηγός θέλοντας να κάνει πλάκα στο φίλο του,του λέει ότι πίσω τους έχει εμφανιστεί ο δαίμονας και με σοβαρό και έντρομο ύφος, του λέει ότι δεν πρέπει να γυρίσει να δει. Όπως ήταν φυσικό,ο φίλος του γυρνάει,κοιτάει, βγάζει μια κραυγή και γυρνάει μπροστά του χωρίς να ξαναμιλήσει. Ο οδηγός τώρα,ενώ νόμιζε ότι ο φίλος του απλά συνεχίζει την πλάκα μετά από ένα σημείο αρχίζει και ανησυχεί. όταν σιγουρεύεται ότι ο φίλος του δεν του κάνει πλάκα και ότι δεν πρόκειται να του μιλήσει,αποφασίζει να κοιτάξει με τον καθρέφτη στις πίσω θέσεις (όπως έλεγε και ο θρύλος ότι εμφανιζόταν) και με τρόμο αντικρίζει δύο φλεγόμενα κόκκινα μάτια να τον κοιτάζουν.Με μεγάλη ταραχή,καταφέρνει να οδηγήσει το αυτοκίνητό του στο εκκλησάκι του χωριού,στου οποίου το προαύλιο παραμένει μέχρι το πρωί μέσα στο αυτοκίνητό του με την παρέα του αποσβολωμένου φίλου του και τα δυο φλεγόμενα μάτια. Το πρωί που εξαφανίστηκαν τα μάτια και ήρθαν οι παπάδες,μπήκε μέσα στην εκκλησία και έμεινε για ώρες εκεί ενώ ο φίλος του δεν ξαναμίλησε ποτέ και δεν αντιδρά στο περιβάλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου